Τα τελευταία χρόνια έχουμε συνεχείς ανατροπές. Ποιος θα περίμενε ότι το 2020 θα ερχόταν ξαφνικά μια πανδημία και θα ανέτρεπε τα αναπτυξιακά σχέδια όλων των χωρών; Και επιπλέον, ποιος θα περίμενε ότι το 2022 θα είχαμε την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία φέρνοντας μαζί της μια τεράστια ενεργειακή και επισιτιστική ανασφάλεια; Μήπως είχε τελικά δίκιο ο πρωθυπουργός Μακμίλλαν που ερωτώμενος τι θα μπορούσε να ανατρέψει την πορεία μιας κυβέρνησης, απάντησε: "Γεγονότα, αγαπητέ μου, γεγονότα";1 Τα γεγονότα λοιπόν ήρθαν και έκαναν μεγάλη ζημιά, κυρίως σε ανθρώπινες ζωές και δευτερευόντως στην οικονομία. Ας δούμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Γιατί αυξήθηκαν οι τιμές;
διαβάστε ακόμα
Αντί Για Το Τέλος Της Ιστορίας, Το Τέλος Της Λογικής
Η πανδημία του κορωνοϊού δημιούργησε τεράστια αναστάτωση στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα το 2020 και 2021. Υπήρξαν ανισορροπίες προσφοράς και ζήτησης, απότομη διακοπή και επανέναρξη των εφοδιαστικών αλυσίδων, έντονα καιρικά φαινόμενα με μεγάλες καταστροφές στην πρωτογενή παραγωγή, ελλείψεις εργατικού δυναμικού λόγω επανεκτίμησης των προτιμήσεών τους και εγκλωβισμός εμπορευμάτων σε μεγάλα λιμάνια. Όλες αυτές οι εξελίξεις οδήγησαν σε μείωση της προσφοράς αγαθών που έφτασε μέχρι και το 50% σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές. Την ίδια ώρα, οι κυβερνήσεις προκειμένου να στηρίξουν τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, ακολούθησαν μια χαλαρή δημοσιονομική πολιτική διαθέτοντας άφθονο χρήμα στην αγορά. Στην ίδια λογική, οι κεντρικές τράπεζες διατήρησαν χαμηλά τα επιτόκια. Έτσι η ζήτηση διατηρήθηκε ισχυρή, παρά τα προβλήματα της προσφοράς. Επιπλέον, το 2022, μπροστά στον κίνδυνο νέας διακοπής της λειτουργίας των εργοστασίων, όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις άρχισαν να δημιουργούν αποθέματα, αυξάνοντας περαιτέρω τη ζήτηση. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας η κατανάλωση μετατοπίστηκε από τις υπηρεσίες στα αγαθά και, επειδή η παραγωγή αγαθών ανταποκρίνεται λιγότερο στις αλλαγές της αγοράς (πιο "ανελαστική"), δεν μπορούσε να επεκταθεί αρκετά γρήγορα. Το αποτέλεσμα; Αύξηση των τιμών, δηλαδή πληθωρισμός. Τα τελευταία γεγονότα στην κινεζική Σαγκάη είναι σίγουρο ότι έριξαν λάδι στην ήδη αναμμένη φωτιά του πληθωρισμού. Αυτό γιατί η Σαγκάη αντιπροσωπεύει το 3,8% του ΑΕΠ της Κίνας και το 10,4% του συνολικού εμπορίου. Το οποιοδήποτε lockdown εκεί δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, μειώνει την προσφορά και αυξάνει τις τιμές. Μέσα σε όλα αυτά, οι Ευρωπαίοι υιοθέτησαν ένα μεγαλόπνοο σχέδιο ενεργειακής μετάβασης. Με βάση τον σχεδιασμό, η απεξάρτηση από τον άνθρακα και το πετρέλαιο θα γίνει με μεταβατικό καύσιμο το φυσικό αέριο. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι το 2050, με τον εξηλεκτρισμό όλων των τομέων, εκτός από πολλαπλάσιες ανανεώσιμες πηγές, θα χρειαστούμε σε παγκόσμιο επίπεδο διπλάσια ισχύ εργοστασίων ηλεκτρισμού με καύσιμο το φυσικό αέριο.
Τι προκάλεσε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία;
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ήρθε να προσθέσει και άλλα δεινά στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα και να χειροτερεύσει τις ανισορροπίες μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Οι βασικές κυρώσεις που έχουν επιβληθεί μέχρι στιγμής περιλαμβάνουν το πάγωμα των ξένων περιουσιακών στοιχείων των ρωσικών τραπεζών και των βασικών επιχειρηματιών και πολιτικών ηγετών και την αποβολή επτά μεγάλων ρωσικών τραπεζών από το SWIFT, περιορίζοντας σημαντικά τις ρωσικές εισαγωγές και εξαγωγές. Επίσης περιλαμβάνουν κυρώσεις στην Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας ενώ ένας αυξανόμενος αριθμός διεθνών επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στους τομείς της ενέργειας και της τεχνολογίας, αναστέλλουν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες ή αποχωρούν από τη Ρωσία λόγω της εισβολής της στην Ουκρανία. Τέλος, οι ΗΠΑ έχουν απαγορεύσει τις εισαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία, ενώ η ΕΕ σχεδιάζει να μειώσει τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία κατά δύο τρίτα μέχρι το 2023.
Ο πόλεμος αλλά και οι κυρώσεις της Δύσης στη Ρωσία δημιουργούν αβεβαιότητα και εμποδίζουν τις μεταφορές τροφίμων, ορυκτών και πολλών άλλων εμπορευμάτων, μειώνοντας έτσι την προσφορά ακόμη περισσότερο. Η σύγκρουση και η συναφής αβεβαιότητα επιβαρύνουν την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών. Οι εμπορικές διαταραχές οδηγούν σε νέες ελλείψεις υλικών και εισροών. Η άνοδος των τιμών της ενέργειας και των βασικών εμπορευμάτων μειώνει τη ζήτηση και συγκρατεί την παραγωγή.
Ακόμη και αν σταματήσει ο πόλεμος και αρθούν οι περισσότερες δυτικές κυρώσεις απέναντι στη Ρωσία, η παγκόσμια οικονομική αναταραχή δεν θα αμβλυνθεί γρήγορα. Πολλές δυτικές επιχειρήσεις δεν θα επενδύουν σε ρωσικά έργα ή κοινοπραξίες, ακόμη και όταν αυτό είναι νομικά εφικτό. Ο φόβος μιας νέας σύγκρουσης, ίσως με τις χώρες της Βαλτικής ή αλλού κοντά στα νότια σύνορα της Ρωσίας, θα αποτρέπει τις μακροπρόθεσμες συμφωνίες. Χωρίς δυτικές τεχνολογικές επενδύσεις, η παραγωγή πετρελαίου της Ρωσίας θα συνεχίσει να επιδεινώνεται καθώς η παραγωγή πετρελαίου απαιτεί τεχνολογία πέραν της εσωτερικής τεχνογνωσίας της Ρωσίας. Ομοίως, οι ρωσικές επιχειρήσεις που προμηθεύονται εξαρτήματα για πολύπλοκο εξοπλισμό όπως αυτοκίνητα και μηχανήματα θα είναι αποκλεισμένες από τις δυτικές εταιρείες. Εντός της Ρωσίας, οι επιχειρήσεις που πωλούν στην εγχώρια αγορά θα θεωρούν αναξιόπιστες τις ξένες πηγές προϊόντων και υπηρεσιών, οδηγώντας σε τοπικές προμήθειες με υψηλότερο κόστος και μικρότερη ποικιλία διαθέσιμων αγαθών και υπηρεσιών. Η συνολική οικονομία θα αποδυναμωθεί και ο ρωσικός λαός θα παραμείνει φτωχότερος για μια δεκαετία ή και περισσότερο.
Η Ευρώπη θα βρεθεί επίσης σε χειρότερη θέση, αν και όχι στον ίδιο βαθμό. Πρώτον, όλες οι ευρωπαϊκές χώρες θα επιλέξουν να δαπανήσουν περισσότερα για την άμυνα. Οι δαπάνες θα αυξηθούν χωρίς ταυτόχρονη επέκταση της παραγωγικής ικανότητας στην Ευρώπη. Έτσι, η οικονομική ανάπτυξη θα μειωθεί μαζί με το βιοτικό επίπεδο των Ευρωπαίων πολιτών. Το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να είναι μικρό αλλά είναι βέβαιο. Επιπλέον, οι Ευρωπαίοι θα πληρώνουν περισσότερα για την ενέργεια καθώς θα την προμηθεύονται από άλλες πηγές, εκτός της Ρωσίας, με υψηλότερο κόστος. Η Ευρώπη θα πληρώσει επίσης μέρος του κόστους των Ουκρανών προσφύγων εντός των συνόρων της και σε κοντινές περιοχές.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η υπόλοιπη παγκόσμια οικονομία θα πληγούν, κυρίως λόγω των υψηλότερων τιμών του πετρελαίου. Ακόμη και αν υπάρξει εκεχειρία, η χαμηλότερη παραγωγή πετρελαίου από τη Ρωσία θα κοστίσει στον υπόλοιπο κόσμο, καθώς θα στραφεί σε πετρέλαιο που παράγεται σε περιοχές με υψηλότερο κόστος. Επίσης, τόσο λόγω Covid-19 όσο και λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, οι περισσότερες εταιρείες θα επιλέξουν να μικρύνουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους. Οι πολύπλοκες παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού μειώνουν το κόστος παραγωγής όταν λειτουργούν καλά. Όμως, η πανδημία Covid-19 δημιούργησε ασυνέχειες. Η μετάβαση σε πιο σφιχτές, περισσότερο περιφερειακές αλυσίδες εφοδιασμού θα χαρακτηρίσει τη νέα μορφή παγκοσμιοποίησης.
Για την Κίνα, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι πιθανό να μειώσει την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας και να αυξήσει σημαντικά τον πληθωρισμό το 2022-2023, λόγω της μειωμένης ζήτησης παγκόσμιων εξαγωγών και των υψηλότερων τιμών των βασικών εμπορευμάτων και της ενέργειας.
Και η ελληνική οικονομία;
διαβάστε ακόμα
Ο Πόλεμος Και Οι Κίνδυνοι Της Ελληνικής Οικονομίας
Ο πόλεμος στην Ουκρανία επηρεάζει αναπόφευκτα και την πορεία της ελληνικής οικονομίας, πρωτίστως μέσω της ανόδου των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, η οποία σε συνδυασμό με την εξάρτηση της χώρας μας από τις εισαγωγές, έχει αρνητικό αντίκτυπο τόσο στο κόστος παραγωγής και την κερδοφορία των επιχειρήσεων, όσο και στο διαθέσιμο εισόδημα και την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Τα ελληνικά νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αναμένεται βραχυπρόθεσμα να αντιμετωπίσουν υψηλότερο πληθωρισμό και βραδύτερη οικονομική ανάπτυξη από την αναμενόμενη, καθώς, μεταξύ άλλων, η ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας παραμένει υψηλή. Όσο περισσότερο διαρκεί ο πόλεμος τόσο περισσότερη τροφή θα υπάρχει για τον πληθωρισμό. Και όσο περισσότερο παραμένει ο πληθωρισμός, τόσο περισσότερο θα ροκανίζει το εισόδημα των νοικοκυριών, θα χτυπάει ιδιαίτερα τους μισθωτούς και συνταξιούχους και θα δίνει τη δυνατότητα σε κερδοσκόπους να θησαυρίζουν σε βάρος του κοινωνικού συνόλου. Ο πληθωρισμός, ιδίως όταν διατηρείται για μεγάλο χρονικό διάστημα, διογκώνει τη φτώχεια και την ανισότητα, προκαλεί ανασφάλεια και αβεβαιότητα και ενισχύει την απαισιόδοξη στάση των πολιτών απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Καμία κυβέρνηση από μόνη της δεν μπορεί να τα βάλει με τον πληθωρισμό. Η μάχη θα είναι άνιση. Τα επιδοματικά κυβερνητικά μέτρα αναχαιτίζουν τον πληθωρισμό αλλά δεν τον εξαλείφουν. Βοηθούν στην άμβλυνση των επιπτώσεων αλλά δεν χτυπούν το κακό στη ρίζα του. Η λύση του προβλήματος θα υπάρξει όταν ενισχυθεί η προσφορά και αυτή συναντήσει την αντίστοιχη ζήτηση. Όταν δηλαδή τελειώσει ο πόλεμος, καταφέρει η Ευρώπη να εξασφαλίσει συνεχή προσφορά ενέργειας, όταν εξαλειφθεί πλήρως ο κορωνοϊός και αποκατασταθούν οι εφοδιαστικές αλυσίδες και όταν καταφέρουν οι κοινωνίες να οικοδομήσουν ένα νέο βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης, αλλάζοντας το σημερινό καταναλωτικό πρότυπο που ευθύνεται για τις κλιματικές επιπτώσεις. Μπορούν να γίνουν όλα αυτά γρήγορα; Δυστυχώς όχι. Μέχρι τότε θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με το πρόβλημα, ζητώντας από την Πολιτεία να συνεχίσει να στηρίζει τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και γνωρίζοντας ότι μια κακή κατάσταση μπορεί να γίνει χειρότερη.
Μήπως τελικά επιστρέφουμε σε μια νέα εποχή ψυχρού πολέμου;
διαβάστε ακόμα
Η Μεγάλη Ψευδαίσθηση
Κοιτάζοντας λίγο προς τα πίσω, το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου βρήκε τις χώρες της Ευρώπης κατεστραμμένες, τις εθνικές αντιπαλότητες οξυμένες και τις προοπτικές οικονομικής ανάκαμψης μειωμένες λόγω της επανεμφάνισης των εθνικών οικονομικών αντιπαλοτήτων που προέρχονταν από το παρελθόν. Τότε, ένα λαμπρό μυαλό, αυτό του Γάλλου διπλωμάτη Ρομπέρ Σουμάν, σκέφτηκε τα βήματα της ενοποίησης της Ευρώπης.2 Το Σχέδιο Σουμάν έλαβε υπόψη όλους τους παραπάνω παράγοντες, μαζί φυσικά με τη σοβιετική απειλή και τον ηγετικό ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ παράλληλα έθεσε μια σειρά από υποθέσεις που καταδείκνυαν πως η ειρήνη στην Ευρώπη θα ήταν βραχύβια, αν δεν επιτυγχάνονταν ορισμένοι συγκεκριμένοι οικονομικοί στόχοι. Η προαιώνια αντιπαλότητα μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, μαζί με πολλές άλλες διαφορές μεταξύ των εθνών, έπρεπε να διευθετηθεί, ξεκινώντας με άμεση δράση σε ένα πολύ συγκεκριμένο αλλά πολύ σημαντικό μέτωπο: την υπαγωγή της παραγωγής άνθρακα και χάλυβα σε μια ενιαία ανώτερη αρχή. Αυτή η συγχώνευση οικονομικών συμφερόντων θα συνέβαλε στη βελτίωση της ποιότητας ζωής, στη δημιουργία μιας οικονομικής κοινότητας και θα βοηθούσε κάθε χώρα να αναπτυχθεί ξεχωριστά. Οι πολιτικοί ηγέτες της εποχής έλαβαν αποφάσεις που αποδείχτηκαν καθοριστικές για το μέλλον των χωρών τους. Η απειλή του πολέμου ξεχάστηκε, οι οικονομίες των χωρών αυτών απογειώθηκαν -με τη βοήθεια και του αμερικανικού σχεδίου Μάρσαλ- και η Ευρώπη ανέκαμψε πολύ γρήγορα. Ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών υπήρξε καθοριστικός, όχι μόνο λόγω του τεράστιου ποσού οικονομικής βοήθειας που παρείχαν, αλλά κυρίως επειδή ενώθηκαν με τους Ευρωπαίους πολιτικούς στην αναζήτηση μηχανισμών πολυμερούς συνεργασίας. Αυτή η πολυμερής και πολύπλευρη συνεργασία μετά τον πόλεμο όχι μόνο βοήθησε στην ανοικοδόμηση των χωρών της Ευρώπης, αλλά και έθεσε τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και των διαδόχων της, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης. Και όλοι κέρδισαν. Ο χάλυβας και ο άνθρακας δεν παίζουν πλέον τον ρόλο που έπαιζαν κάποτε, αλλά ο τρόπος με τον οποίο έγινε η διαχείρισή τους άλλαξε την πορεία της ιστορίας. Η αιματοβαμμένη γαλλογερμανική αντιπαλότητα μετατράπηκε σε "γαλλογερμανική" μηχανή που οδηγεί την ΕΕ προς τα εμπρός. Τότε, ήταν ο άνθρακας και ο χάλυβας, τώρα είναι το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, που θα είναι απαραίτητα για τα επόμενα 20 χρόνια τουλάχιστον, μέχρι να αντικατασταθούν από νέες τεχνολογίες και Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
*Ο Παναγιώτης Λιαργκόβας είναι Πρόεδρος του ΚΕΠΕ και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας και Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
Παραπομπές
1. "Events, my dear boy, events" https://talks.ox.ac.uk/talks/id/68151df1-dec9-461d-a9b4-7306969981a9/
2. Βλ. Λιαργκόβας, Π., Παπαγεωργίου Χρ., 2021, Το Ευρωπαϊκό Φαινόμενο. Ιστορία, Θεσμοί, Πολιτικές, Γ΄ έκδοση, εκδόσεις Τζιόλα, Αθήνα, σελ 38.