Αρθρογραφια |

Κέβιν Σέρι: "Προχωρήσαμε Σε Μειώσεις Μισθών, Αλλά Με Συναίνεση"

Μία συνέντευξη με τον Κέβιν Σέρι, εκτελεστικό διευθυντή του οργανισμού Enterprise Ireland.

O Κέβιν Σέρι είναι εκτελεστικός διευθυντής του Enterprise Ireland, του οργανισμού δηλαδή που στηρίζει τις ιρλανδικές επιχειρήσεις οι οποίες αναζητούν διεθνείς αγορές. Μας μίλησε στο πλαίσιο της έρευνας της διαΝΕΟσις για τις άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ιρλανδία. 


 

Πώς λειτουργεί ο οργανισμός σας;

Είμαστε μία δημόσια υπηρεσία με δικό της διοικητικό συμβούλιο και δουλεύουμε με ιρλανδικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στους τομείς της μεταποίησης, της κατασκευής προϊόντων και του διεθνούς εμπορίου υπηρεσιών. Στοχεύουμε στις παγκόσμιες αγορές. Η εγχώρια αγορά είναι πολύ μικρή, είμαστε κάτι λιγότερο από 5 εκατομμύρια άνθρωποι, αλλά παράγουμε τόσα τρόφιμα ώστε να μπορούμε να ταΐσουμε 30 εκατομμύρια ανθρώπους. Αυτό σημαίνει πως το μεγαλύτερο ποσοστό των παραγόμενων προϊόντων μας, κυρίως στον τομέα των τροφίμων, εξάγεται.

Υποστηρίζετε κυρίως εδραιωμένες επιχειρήσεις ή καινούργιες;

Εμείς έχουμε 5.000 επιχειρήσεις, από αυτές που ξεκινούν τώρα τη δραστηριότητα τους με μία νέα καλή ιδέα μέχρι τις παραδοσιακές μεγάλες ιρλανδικές πολυεθνικές όπως η CRH, η Carey group ή η Guinness. Παγκοσμίως βρισκόμαστε στην τρίτη θέση ανάμεσα στους στρατηγικούς επενδυτές που επενδύουν σε νεοσύστατες startup εταιρείες. Ερχόμαστε μετά τη Σίλικον Βάλεϊ και τη Νότια Κορέα.

Στοχεύουμε στις παγκόσμιες αγορές. Η εγχώρια αγορά είναι πολύ μικρή, είμαστε κάτι λιγότερο από 5 εκατομμύρια άνθρωποι, αλλά παράγουμε τόσα τρόφιμα ώστε να μπορούμε να ταΐσουμε 30 εκατομμύρια ανθρώπους.

Πείτε μας έναν τομέα που έχει αναπτυχθεί πολύ τα τελευταία χρόνια.

Τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Η Ιρλανδία παράγει σήμερα το 15% του βρεφικού γάλακτος παγκοσμίως. Είμαστε μια πολύ πράσινη χώρα και προστατεύουμε με κάθε τρόπο αυτήν την εικόνα έτσι ώστε η γαλακτοκομία και η κτηνοτροφία να συνεχίσουν να είναι προϊόντα φυσικών διαδικασιών, τα ζώα να τρώνε μόνο χορτάρι. Έχουμε μία εθνική στρατηγική που περιλαμβάνει όλους τους παίκτες, τους παραγωγούς, αυτούς που επεξεργάζονται τα προϊόντα, τους αγρότες, τους οργανισμούς όπως είμαστε εμείς. Το ίδιο κάναμε και στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Καθόμαστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι γύρω από ένα τραπέζι και συζητάμε πώς να προσεγγίσουμε τις διεθνείς αγορές, πως μπορούμε να εξάγουμε αυτό που παράγουμε. Στη συζήτηση συμμετέχουν και τα εργατικά συνδικάτα. Το συμφέρον είναι κοινό, δεν υπάρχουν συγκρούσεις.

Ούτε στην κρίση υπήρχαν συγκρούσεις;

Εκείνη την εποχή βρεθήκαμε με πολλές επιχειρήσεις που ήταν βιώσιμες αλλά συγχρόνως και ευάλωτες. Έπρεπε να επικεντρωθούν στην ανταγωνιστικότητα, στην καινοτομία, και να βρουν νέες αγορές. Τις βοηθήσαμε να το κάνουν, τους βρήκαμε νέες αγορές στην Ευρώπη αλλά και στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική, στις ΗΠΑ. Πολλές από αυτές τις εταιρείες έγιναν έτσι από ανάγκη εξαγωγικές, απέκτησαν ένα διεθνές πελατολόγιο που δεν το είχαν όταν τις χτύπησε η κρίση. Δεν επιβίωσαν όλες φυσικά, κάποιες έκλεισαν και αυτό ήταν αναπόφευκτο. Οι εταιρείες που ήταν πιο πετυχημένες και μπόρεσαν να ξεπεράσουν την κρίση ήταν αυτές που ανέπτυξαν μεγαλύτερη ευελιξία και μπόρεσαν να ανοιχτούν σε άλλες αγορές.

Όταν λέμε ευελιξία εννοούμε μείωση μισθών;

Ναι. Το εργασιακό κόστος στην Ιρλανδία, το κόστος παραγωγής, είχε φτάσει στα ύψη και έπρεπε να το αντιμετωπίσουμε. Προχωρήσαμε λοιπόν σε μειώσεις μισθών σε όλον τον δημόσιο τομέα και στο ευρύτερο δημόσιο, γιατροί, νοσηλευτές υπέστησαν μειώσεις στους μισθούς. Και ήταν πολύ σημαντικό πως εκείνη την περίοδο υπήρξε εθνική συναίνεση. Παρόλο που όλο αυτό ήταν εξαιρετικά οδυνηρό, οι πολίτες αποδέχτηκαν τις μισθολογικές μειώσεις, τις αυξήσεις των φόρων και το πλαφόν στις προσλήψεις. Και υπήρξε συμφωνία με τα εργατικά συνδικάτα, με αποτέλεσμα να εξασφαλιστεί σχετική σταθερότητα. Εκείνη την περίοδο η ανεργία στην Ιρλανδία έφτασε το 16%.

Πόσο φοβάστε σήμερα το Brexit;

Πάρτε τα τυριά. Η Ιρλανδία παράγει πάρα πολύ τσένταρ και μία από τις μεγαλύτερες αγορές μας είναι το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι Βρετανοί όπως και οι Ιρλανδοί λατρεύουν το τσένταρ. Στη Γαλλία, πάλι, ή στη Γερμανία, δεν το αγαπούν πολύ αυτό το τυρί. Τώρα λοιπόν με το Brexit υπάρχει η ανάγκη να βρούμε νέες αγορές για το τυρί μας.