διαβάστε ακόμα
Η Δικαιοσύνη Στην Ελλάδα - Προτάσεις Για Ένα Σύγχρονο Δικαστικό Σύστημα
Η Δικαιοσύνη ασκεί δημοσιονομική πολιτική, σε ρόλο που δεν της ανατέθηκε, διαβάζουμε, οι δικαστές εμποδίζουν την ανάπτυξη και άλλα πολλά. Πράγματι οι φράσεις αυτές μπορεί να έχουν ποσοστά αληθείας, αλλά οι απαντήσεις δεν είναι πάντοτε απλές. Πίσω από τα προβλήματα της Δικαιοσύνης υποβόσκουν οι χρόνιες παθογένειες της χώρας μας. Λύσεις άραγε υπάρχουν; Ας ξεκινήσουμε από το αυτονόητο, που είναι η επιδίωξη παροχής έγκαιρης και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, αυτό που ζητάει η σύμβαση της Ρώμης, το Σύνταγμα, η κοινή λογική, αυτό που περιμένει ο πολίτης από τον δικαστή. Η δικαστική ανεξαρτησία είναι ένα βάρος για τον δικαστή, καλείται να την υπηρετήσει και δεν οχυρώνεται πίσω από αυτή για να καλύψει τις αδυναμίες του, αλλά για να εκπληρώσει τον λειτουργικό του ρόλο, προς όφελος πάντα του κοινωνικού συνόλου. Οι κώδικες δεοντολογίας, που είναι μία από τις προτάσεις μας, θα βοηθούσαν προς αυτή την κατεύθυνση, την εκπλήρωση δηλαδή του έργου των δικαστών. Τα άλλα ζητήματα που θα ακούσουμε στη συνέχεια, γιατί πράγματι προσπαθήσαμε να καλύψουμε τις διάφορες οπτικές, είναι η δικαστική εκπαίδευση, η ηλεκτρονική δικαιοσύνη, τα θέματα υποδομών, η νέα χωροταξία για τη Δικαιοσύνη, οι εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης των διαφορών, είναι πολλά.
Είναι αμφίβολο αν οι προτάσεις μας είναι επαρκείς, και σίγουρα δεν αποτελούν από μόνες τους λύση, αλλά επειδή (για να παραφράσω τον ποιητή) "no judge is an island", κανείς δικαστής δεν είναι νησί, το δικαστικό σώμα δεν είναι μια συντεχνία, αλλά είμαστε ένας κλάδος λειτουργών που επικοινωνεί, συνεργάζεται, διατυπώνει προτάσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας της Δικαιοσύνης, σαν μια αναγκαία συνθήκη για την ίδια τη Δημοκρατία. Σ’ αυτό το πλαίσιο ελπίζουμε να λειτουργήσει και η προσπάθεια που κάναμε και αποτυπώνεται στο βιβλίο αυτό.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τη διαΝΕΟσις που μας προσκάλεσε σ’ αυτό το ταξίδι και αγκάλιασε αυτή την προσπάθεια, η οποία θα συνεχισθεί με την επεξεργασία αυτών των προτάσεων για όποιον ενδεχομένως θα ήθελε να στραφεί σ’ αυτές, και βέβαια να ευχαριστήσω τους συναδέλφους Μιχάλη Πικραμένο, Ιωάννη Συμεωνίδη, Βασίλη Ανδρουλάκη, Θεοκτή Νικολαΐδου, Λάμπρο Τσόγκα και Πέτρο Αλικάκο που δουλέψαμε μαζί.