Η μέτρηση της εγχώριας οικονομικής ανισότητας γίνεται κυρίως με τον δείκτη Gini, που ορίζεται ως η ανισότητα μεταξύ των αξιών μιας κατανομής συχνοτήτων, π.χ. των εισοδημάτων ή της κατανάλωσης των φυσικών προσώπων. Μηδενικό Gini σημαίνει μηδενική ανισότητα και υψηλό Gini σημαίνει υψηλή ανισότητα. Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, παρατηρείται σημαντική αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας και μάλιστα προς αρκετά υψηλό επίπεδο (βλ. Διάγραμμα 1 & 2). Σε χώρες όπως η Γερμανία και η Σουηδία, η εισοδηματική ανισότητα αυξάνεται, αλλά παραμένει σε αρκετά χαμηλότερο επίπεδο σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Διάγραμμα 1: Εισοδηματική ανισότητα - Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα και ΗΠΑ
διαβάστε ακόμα
Ανεργία Των Νέων Και Διαγενεακές Σχέσεις Στην Ελλάδα
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση της Κίνας, λόγω του ιδιότυπου πολιτικού καθεστώτος και της μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης των τελευταίων δεκαετιών. Όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 2, η ανισότητα στην Κίνα αυξήθηκε ραγδαία και έχει φτάσει σε πολύ υψηλό επίπεδο, καταδεικνύοντας ότι την ανάπτυξη στη χώρα την καρπώθηκε η ελίτ, ενώ πρακτικά δεν υπάρχει μεσαία τάξη. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η περίπτωση της Ιρλανδίας, όπου η εισοδηματική ανισότητα μειώνεται σταδιακά χωρίς να παρουσιάσει αύξηση ούτε στην περίοδο της οικονομικής κρίσης. Να σταθούμε εδώ λέγοντας ότι η Ιρλανδία βίωσε μεγάλη οικονομική ανάπτυξη τις τελευταίες δεκαετίες, την οποία σε αντιδιαστολή με την Κίνα φαίνεται να εισέπραξε και η μεσαία τάξη.
Οι χώρες με σχετικά χαμηλή εισοδηματική ανισότητα είναι οι συνήθεις ύποπτες σκανδιναβικές. Σε άλλες χώρες, όπως η Γαλλία, η εισοδηματική ανισότητα μειωνόταν έως τα μέσα της δεκαετίας του 2000 με σημαντική αύξηση έκτοτε.
Διάγραμμα 2: Εισοδηματική ανισότητα - Κίνα, Δανία, Ιρλανδία και Σουηδία
Η οικονομική ανισότητα στην Ελλάδα πριν και μετά την κρίση
Στην Ελλάδα, η εισοδηματική ανισότητα σταδιακά μειωνόταν από το σχετικά υψηλό επίπεδο πριν από το 1980, με την τάση απομείωσης ουσιαστικά να διακόπτει η κρίση, καθώς από το 2009 η εισοδηματική ανισότητα αυξάνεται. Ωστόσο η παρατηρούμενη αύξηση είναι μικρότερη του αναμενόμενου (με βάση τη σημαντική μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος), γεγονός που παρουσιάζει ενδιαφέρον λόγω του μεγέθους της κρίσης και μας οδηγεί στο να εξετάσουμε πιο συστηματικά την ελληνική περίπτωση.1
Το Διάγραμμα 3 απεικονίζει το ποσοστό ατόμων σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού κατά την περίοδο 2007-2016. Η αύξηση του ποσοστού είναι της τάξης των 8 ποσοστιαίων μονάδων, η οποία πρακτικά σημαίνει αυξημένο κίνδυνο φτωχοποίησης ή αποκλεισμού ενός πολύ σημαντικού πληθυσμιακού ποσοστού (περίπου 700.000 ατόμων), το οποίο στην περίοδο πριν την κρίση λογιζόταν ως μεσαία τάξη. Μάλιστα, όπως φαίνεται στο ίδιο διάγραμμα, η αύξηση αυτή είναι εφάμιλλη για άνδρες και γυναίκες.
Ακόμα πιο εντυπωσιακά είναι τα συμπεράσματα που προκύπτουν όταν εξετάζουμε το ποσοστό ατόμων σε κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού ανά ηλικιακή ομάδα. Όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 4 η μόνη ηλικιακή ομάδα για την οποία δεν παρατηρείται αύξηση είναι αυτή των 55 ετών και άνω, που κυρίως περιλαμβάνει συνταξιούχους. Αντίθετα, αυξάνεται τόσο ο κίνδυνος παιδικής φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, όσο και ο αντίστοιχος κίνδυνος για τις παραγωγικές ηλικίες. Ιδιαίτερη μνεία οφείλουμε στην τεράστια αύξηση του κινδύνου για τους νέους 16-24 ετών.
Οι δείκτες αυτοί είναι πλήρως εναρμονισμένοι με τη μεγάλη αύξηση στην ανεργία και ιδιαίτερα στην ανεργία των νέων. Το Διάγραμμα 5 δείχνει αφενός τη μεγάλη απόκλιση στην εργασία των νέων στην Ελλάδα σε σχέση με τις χώρες του ΟΟΣΑ και αφετέρου τη σημαντική μείωση στην Ελλάδα στο ποσοστό εργασίας στις ηλικίες 15-24.
Συμπερασματικά, και παρ' όλο που στο παρόν κείμενο δεν εκπονούμε συστηματική μελέτη αιτίου-αιτιατού, μπορούμε με αρκετή επιστημονική τεκμηρίωση να συμπεράνουμε ότι η κρίση οδήγησε σε σημαντική αύξηση του κινδύνου φτωχοποίησης ή αποκλεισμού μέρους της μεσαίας τάξης. Ο βασικός λόγος αυτής της εξέλιξης είναι η αύξηση της ανεργίας ειδικά στις νεότερες ηλικίες και πάντως όχι σε ηλικίες μεγαλύτερες των 55 ετών.
Μειώνοντας την εισοδηματική ανισότητα με τρόπους συμπληρωματικούς της αύξησης στην απασχόληση
Πολλοί συνδέουν την αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας με την απελευθέρωση των αγορών και τη φιλελευθεροποίηση της οικονομίας που συντελέστηκε στις προηγμένες οικονομικά χώρες την ίδια περίοδο. Σε αυτή την ενότητα θα δείξουμε ότι η απελευθέρωση των αγορών, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη λειτουργία των επιχειρήσεων, όχι μόνο δεν συμβάλλει στην αύξηση της οικονομικής ανισότητας, αλλά αποτελεί και σημαντικό τρόπο αντιμετώπισής της. Παράλληλα, θα δείξουμε ότι δύο βασικοί και αλληλένδετοι παράγοντες αύξησης της εισοδηματικής ανισότητας είναι η εκπαιδευτική εξειδίκευση και η έλλειψη επενδυτικών κεφαλαίων προς όσους δεν διαθέτουν εχέγγυα αποπληρωμής των επενδυτικών δανείων.
Στο Διάγραμμα 6 χρησιμοποιούμε στοιχεία σε επίπεδο χωρών και καταγράφουμε τη σχέση της απελευθέρωσης των αγορών (ελεύθερη επιχειρηματικότητα) στον οριζόντιο άξονα (στοιχεία από το Ίδρυμα Heritage) και της εισοδηματικής ανισότητας όπως μετράται από τον δείκτη Gini στον κάθετο άξονα (στοιχεία από την Παγκόσμια Τράπεζα). Η σχέση όχι μόνο δεν είναι θετική αλλά είναι έντονα αρνητική καταδεικνύοντας ότι οι χώρες με υψηλότερο επίπεδο απελευθέρωσης του τρόπου λειτουργίας των αγορών (δηλαδή της επιχειρηματικότητας), έχουν χαμηλότερο επίπεδο εισοδηματικής ανισότητας. Φυσικά για να αποδειχθεί σχέση αιτίου αιτιατού χρειάζεται συστηματικότερη μελέτη, αλλά πάντως με βάση αυτά τα στοιχεία διαφαίνεται εξαιρετικά δύσκολο η σχέση να είναι θετική.
Διάγραμμα 6. Εισοδηματική ανισότητα και ελεύθερη επιχειρηματικότητα
Σε όρους οικονομικής επιστήμης, η αρνητική σχέση του πρώτου διαγράμματος είναι απολύτως λογική. Για να διαφύγει ένα φυσικό πρόσωπο από τη φτώχεια χρειάζεται συνήθως μια καλή επιχειρηματική ιδέα και τις συνθήκες εκείνες που θα συντελέσουν ώστε να την πραγματοποιήσει. Οι βασικότερες δύο συνθήκες είναι η ύπαρξη του θεσμικού πλαισίου που θα τον/τη διευκολύνει (όπως διαφαίνεται από το πρώτο διάγραμμα) και η ύπαρξη χρηματοδότη (κυρίως ενός εύρωστου και λειτουργικού τραπεζικού συστήματος) που θα αντιλαμβάνεται την ποιότητα της ιδέας και θα είναι πρόθυμος να τη χρηματοδοτήσει. Για να βρεθεί η ίδια η ιδέα, ο σημαντικότερος παράγοντας είναι η εκπαιδευτική εξειδίκευση.
διαβάστε ακόμα
Η Ακραία Φτώχεια Στην Ελλάδα Το 2016
Το Διάγραμμα 7 έχει ληφθεί από τη συστηματική μελέτη των Beck, Levine και Levkov (2010) και δείχνει την επίδραση της απελευθέρωσης της τραπεζικής αγοράς των ΗΠΑ που συνέβη κυρίως τη δεκαετία του 1980 (σε χρόνο μηδέν στον οριζόντιο άξονα) στην εισοδηματική ανισότητα (στον κάθετο άξονα). Παρόλο που κατά την περίοδο της μελέτης η εισοδηματική ανισότητα αυξήθηκε, η επίδραση συγκεκριμένα της τραπεζικής απελευθέρωσης μειώνει την ανισότητα κάθε έτος μετά το έτος μηδέν της απελευθέρωσης. Από αυτό το εύρημα συμπεραίνουμε ότι η αύξηση του ανταγωνισμού στον τραπεζικό κλάδο συνετέλεσε στη χρηματοδότηση περισσότερων και ίσως καλύτερων επιχειρηματικών ιδεών τη δεκαετία του 1990 και στις αρχές του 2000.
Τέλος, το Διάγραμμα 8 απεικονίζει τη σχέση μεταξύ του εισοδήματος των φυσικών προσώπων (οριζόντιος άξονας) και του ποσοστού αυτών που έχουν πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης (κόκκινη γραμμή) και την αντίστοιχη σχέση για όσους έχουν μόνο απολυτήριο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Είναι φανερό ότι η ανώτατη εκπαίδευση παίζει πρωτεύοντα ρόλο στην αύξηση του εισοδήματος των φυσικών προσώπων. Παράλληλα, η ανώτατη εκπαίδευση σε προηγμένες χώρες οδηγεί πολλές φορές στη δημιουργία καινοτόμων επιχειρηματικών ιδεών και δίνει το διαβατήριο για τη χρηματοδότηση αυτών των ιδεών από τον τραπεζικό κλάδο.
Διάγραμμα 7. Απελευθέρωση τραπεζικής αγοράς και εισοδηματική ανισότητα
Διάγραμμα 8. Εισόδημα και εκπαίδευση
Συμπερασματικά, και ιδιαίτερα σε ότι αφορά την ελληνική οικονομία, η μείωση της ανισότητας περνάει μέσα από τρεις σημαντικούς παράγοντες. Πρώτο, τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας με μοναδικό κανονιστικό πλαίσιο αυτό της μείωσης της σκιώδους οικονομίας και την απόδοση της φορολογίας. Δεύτερο, την απελευθέρωση και εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Τρίτο, την παροχή ποιοτικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού και τη σύνδεσή της με την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία.
Παραπομπές
[1] Τονίζουμε εδώ ότι η ανάλυση που προηγήθηκε δεν εξετάζει τη μείωση των εισοδημάτων, η οποία συνέβη και αφορά όλες τις ηλικίες.