διαβάστε ακόμα
Πώς Θα Πτωχεύουν Οι Επιχειρήσεις Στην Ελλάδα;
Έπειτα από αναμονή περίπου έξι μηνών, το σχέδιο νόμου για τον “Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων” τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση στις 21 Φεβρουαρίου. Η διαβούλευση λήγει μεν στις 3 Μαρτίου, αλλά ο σχετικός νόμος αναμένεται να τεθεί προς ψήφιση στη Βουλή μαζί με το όποιο “πακέτο” προκύψει από την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Σε κάθε περίπτωση, κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί νωρίτερα από τα τέλη του μήνα. Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, ακόμη και τώρα, σημεία του σχεδίου που τέθηκε προς διαβούλευση αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης του υπουργείου Οικονομίας με την τρόικα.
Ο μηχανισμός επί της ουσίας αποτελεί ένα - πρωτοφανές στην Ελλάδα - εργαλείο διαπραγμάτευσης για τις επιχειρήσεις που χρωστούν περισσότερα από 20.000 ευρώ σε πιστωτές, εφορία και ασφαλιστικά ταμεία και βρίσκονται σε καθυστέρηση πληρωμής. Ενώ μέχρι σήμερα, το μοναδικό θεσμικό πλαίσιο που υπήρχε για αυτές τις περιπτώσεις ήταν η αργόσυρτη, κοστοβόρα και εν πολλοίς απρόβλεπτη πτωχευτική διαδικασία, ο εξωδικαστικός μηχανισμός παρέχει ένα πλαίσιο στους οφειλέτες προκειμένου να διαπραγματευτούν τα χρέη τους και τις πιθανές ρυθμίσεις και αναδιαρθρώσεις, εκτός πτωχευτικού δικαστηρίου.
Ο στόχος του μηχανισμού σε σχέση με την ελληνική οικονομία μοιάζει να είναι διπλός. Αφενός, επιδιώκει να συμβάλει στο “ξεκαθάρισμα” των προβληματικών από τις βιώσιμες επιχειρήσεις και αφετέρου να βοηθήσει τις ελληνικές τράπεζες να διαχειριστούν τα “κόκκινα” δάνεια και τα ανοίγματα του χαρτοφυλακίου τους.
Πώς λειτουργεί ο μηχανισμός
Ο μηχανισμός αφορά τις ατομικές, μικρές, μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις και αφορά χρέη που δημιουργήθηκαν ώς το τέλος του 2016, ξεπερνούν τα 20.000 ευρώ, παρουσιάζουν τουλάχιστον τρίμηνη καθυστέρηση, και το 85% από αυτά οφείλονται σε περισσότερους από έναν πιστωτές. Από τα χρέη που μπορούν να ρυθμιστούν μέσω του μηχανισμού εξαιρούνται ο ΦΠΑ και ο ΦΜΥ. Προκειμένου μια επιχείρηση να ενταχθεί στον μηχανισμό, θα πρέπει σε τουλάχιστον μια από τις τελευταίες τρεις χρήσεις της να έχει παρουσιάσει θετικά αποτελέσματα προ τόκων και φόρων ή να έχει παρουσιάσει θετική καθαρή θέση (equity). Τράπεζες, επενδυτικές εταιρείες, επιχειρήσεις που έχουν καταθέσει αίτηση πτώχευσης και επιχειρήσεις των οποίων οι εκπρόσωποι έχουν καταδικαστεί για μια σειρά από αδικήματα (φοροδιαφυγή, απάτη κατά του δημοσίου, κ.λπ.) εξαιρούνται από τον μηχανισμό.
Ο μηχανισμός επιδιώκει να συμβάλει στο “ξεκαθάρισμα” των προβληματικών από τις βιώσιμες επιχειρήσεις καθώς και να βοηθήσει τις ελληνικές τράπεζες να διαχειριστούν τα “κόκκινα” δάνεια και τα ανοίγματα του χαρτοφυλακίου τους
H διαδικασία την οποία θα ακολουθήσουν οι επιχειρήσεις που θα ενταχθούν στον εξωδικαστικό συμβιβασμό περιλαμβάνει ανταλλαγή προτάσεων και αντιπροτάσεων μεταξύ των δύο μερών μέσω τηλεφώνου ή αλληλογραφίας με τη βοήθεια των περιφερειακών διαμεσολαβητών. Στο τέλος, το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης θα επικυρώνεται από δικαστήριο εντός τριών μηνών. Σύμφωνα με τον νόμο οι αιτήσεις θα κατατίθενται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ). Καθώς όμως η ηλεκτρονική αυτή πλατφόρμα δεν υπάρχει ακόμη, οι αιτήσεις προτού δημιουργηθεί θα κατατίθενται εγγράφως και ψηφιακά στις Διευθύνσεις Ανάπτυξης των Περιφερειακών Ενοτήτων. Ωστόσο, καθώς η σχετική υποδομή είναι και εκεί ελλιπής, θεωρείται βέβαιο ότι θα χρειαστεί δευτερογενής νομοθεσία.
Ο κίνδυνος των “κόκκινων” δανείων
Είναι ξεκάθαρο ότι τα σύνθετα κριτήρια και οι αντίστοιχοι έλεγχοι μέχρι την ένταξη στον μηχανισμό θα ωθήσουν πολλούς οφειλέτες να συνεννοηθούν απευθείας με τους πιστωτές τους (κυρίως τις τράπεζες), χωρίς να αξιοποιήσουν το θεσμικό αυτό πλαίσιο. Ακόμη όμως και για όσους ενδιαφέρονται να ενταχθούν γίνεται σαφές ότι ο δρόμος μέχρι την εφαρμογή του εξωδικαστικού συμβιβασμού είναι ακόμη μακρύς. Πόσω μάλλον μέχρι να φανούν τα αποτελέσματα της εφαρμογής αυτής στους δείκτες της οικονομίας.
διαβάστε ακόμα
Χάρτης Εξόδου Από Την Κρίση: Ένα Νέο Παραγωγικό Μοντέλο Για Την Ελλάδα
Στο μεταξύ το πρόβλημα των κόκκινων δανείων για τις τράπεζες παραμένει οξύ και επείγον. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το συνολικό ποσό των “μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων” των ελληνικών τραπεζών ανέρχεται σε 108 δισεκατομμύρια ευρώ. Το ποσό αυτό αντιστοιχούσε περίπου στο 45% του συνόλου των ανοιγμάτων στο τέλος του Σεπτεμβρίου του 2016. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, περίπου το 50% των “κόκκινων” δανείων παρουσιάζουν καθυστέρηση μεγαλύτερη των δυο ετών. Ο στόχος που έχει τεθεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) είναι η απομείωση του ποσού αυτού κατά 10 δισεκατομμύρια ευρώ ώς το τέλος του 2017 και κατά 40 δισεκατομμύρια ευρώ ώς το τέλος του 2019. Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα και οι δυο αυτοί στόχοι μοιάζουν εξαιρετικά φιλόδοξοι.