διαβάστε ακόμα
Το Νέο Παραγωγικό Μοντέλο - Μια Έρευνα
Ποιο ρόλο πρέπει να έχει ένα κράτος στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας; Πόσο πρέπει να επεμβαίνει στις αγορές; Πότε πρέπει να αφήνει την οικονομική δραστηριότητα να αυτορρυθμίζεται, και τι μπορεί να κάνει για να πυροδοτήσει την ανάπτυξη; Δύο πρόσφατες ομιλίες στην Αθήνα, του Επικεφαλής Επιστήμονα (Chief scientist) του Ισραήλ, Αβί Χασόν και της Ιταλίδας καθηγήτριας οικονομικών Μαριάνας Ματσουκάτο, δίνουν αρκετή τροφή για σκέψη.
Το Ισραήλ -κατά πολλούς “startup nation”-, έχει επιτύχει ένα πολυσυζητημένο θαύμα στο πεδίο της ανάπτυξης κυρίως μικρών ή μεσαίων επιχειρήσεων τεχνολογίας, αλλά και στην προσέλκυση επενδύσεων από πολυεθνικές επιχειρήσεις στον ίδιο τομέα.
Επομένως, όταν ο θεσμικός υπέυθυνος για το θαύμα αυτό βρέθηκε στην Αθήνα στις 6 Μαΐου, προσκεκλημένος της Ένωσης Ελληνικών Εταιριών Επιχειρηματικών Κεφαλαίων (HVCA) και της Πρεσβείας του Ισραήλ, το ενδιαφέρον ήταν μεγάλο. Η ερώτηση στα χείλη όλων των παρευρισκόμενων στην κλειστή συνάντησή του Αβί Χασόν με εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου ήταν, βεβαίως, “πώς το κάνατε”.
Ο σημερινός Επικεφαλής Επιστήμονας του Ισραήλ, διανύει το πέμπτο έτος του σε αυτή τη θέση, και είδε πέντε διαφορετικούς υπουργούς Οικονομίας από διαφορετικά κόμματα να περνούν και να μην επεμβαίνουν με κανέναν τρόπο στο έργο του.
Το 2015, το Ισραήλ πέτυχε ρεκόρ επενδύσεων στην οικονομία της χώρας από εταιρείες private equity ύψους 4,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με τα 3,8 από αυτά να προέρχονται από το εξωτερικό. Εδώ και χρόνια αναδεικνύεται πρώτη χώρα στην παγκόσμια κατάταξη σε επενδύσεις από venture capital ως ποσοστό του AEΠ. Αποτελεί “δεύτερο σπίτι” των μεγαλύτερων πολυεθνικών επιχειρήσεων τεχνολογίας σήμερα, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Apple.
Προφανώς, τα παραπάνω αποτελέσματα για μια χώρα χωρίς ιδιαίτερους φυσικούς πόρους, με πληθυσμό μόλις 8 εκατομμυρίων, εν μέσω πολιτικής αστάθειας δεκαετιών τόσο στο εσωτερικό όσο και στην ευρύτερη περιοχή, δεν ήρθε εύκολα ή τυχαία. Αποτελεί την απόληξη επίμονης πολιτικής βούλησης για τη διαμόρφωση του κατάλληλου κλίματος. Και, φυσικά, έξυπνων επιχειρηματικών κινήσεων εκ μέρους του κράτους.
Ο κ. Χασόν άρχισε την ομιλία του ισχυριζόμενος ότι το "Γραφείο του Επικεφαλής Επιστήμονα" (Office of the Chief Scientist) είναι “μια μηχανή όπου κάποιος εισάγει ένα δολάριο και εκείνη επιστρέφει τέσσερα ή πέντε”. Ο αριθμός, όπως εξήγησε, προέκυψε έπειτα από εσωτερικούς υπολογισμούς του OCS για την συνεισφορά του στην οικονομία της χώρας. Ωστόσο, τα χρήματα που διαχειρίζεται είναι πολλά περισσότερα από ένα δολάριο. 500 εκατομμύρια δολάρια από τον ετήσιο προϋπολογισμό του Ισραήλ καταλήγουν στο OCS.
Το γραφείο λειτουργεί από το 1965, ενώ από τη δεκαετία του '90 κι έπειτα οι αρμοδιότητές του αυξάνονται. Ανήκει διοικητικά στο Υπουργείο Οικονομίας και Βιομηχανίας και έχει ως στόχο τόσο να πραγματοποιεί επενδύσεις υψηλού ρίσκου, όσο και να ρυθμίζει τη συνεργασία μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου τομέα.
Η θητεία του επικεφαλής του είναι αυστηρά εξαετής. Ειδικά ο κ. Χασόν, που διανύει τώρα το πέμπτο έτος του σε αυτή τη θέση, αφηγήθηκε το πώς είδε πέντε διαφορετικούς Υπουργούς από διαφορετικά κόμματα να περνούν και να μην επεμβαίνουν με κανέναν τρόπο στο έργο του.
Εκτός από αυτή, ο κ. Χασόν αφηγήθηκε και άλλες “εξωτικές” για την ελληνική (αλλά και την ευρωπαϊκή) πραγματικότητα ιστορίες.
Είπε ότι η μεγαλύτερη πρόκληση για το Γραφείο είναι πλέον να μειώσει τον χρόνο από την κατάθεση μιας πρότασης ως την έγκριση της χρηματοδότησής της -από τους τρεις μήνες που είναι τώρα-, ώστε να μην χάνονται οι επιχειρηματικές ευκαιρίες. Μάλιστα, σημείωσε ότι αποφεύγουν να κάνουν οποιονδήποτε μακρόπνοο σχεδιασμό άνω των 18 μηνών για τις επενδύσεις τους, καθώς συνήθως τα δεδομένα της αγοράς μέσα σ' αυτό το διάστημα ανατρέπονται.
Η μεγαλύτερη πρόκληση σήμερα για τον κ. Χασόν είναι να μειώσει τον χρόνο από την κατάθεση μιας πρότασης ως την έγκριση της χρηματοδότησής της, περισσότερο κι από τους τρεις μήνες που είναι τώρα, ώστε να μην χάνονται οι επιχειρηματικές ευκαιρίες.
Η φιλοσοφία αυτή βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα του συστήματος διάθεσης των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ, που αποτελούν τον κύριο κορμό των χρημάτων που διαθέτει η Ελλάδα για ανάπτυξη αντίστοιχων δραστηριοτήτων. Αυτά τα προς χρηματοδότηση προγράμματα σχεδιάζονται με βάση στοιχεία (τουλάχιστον) τεσσάρων ετών πριν την έναρξη τους. Και, βεβαίως, τα ευρωπαϊκά προγράμματα δεν είναι 18μηνα αλλά επταετή.
Ο κ. Χασόν υποστήριξε ότι το κράτος θα πρέπει να παίρνει “επάνω του” τις καινοτόμες επενδύσεις υψηλού ρίσκου -αλλά και υψηλής απόδοσης-, ή να παρέχει σημαντικές φοροελαφρύνσεις σε όσους το κάνουν. Αυτή η στρατηγική κατά τη γνώμη του είναι προτιμότερη από το να επενδύει τα χρήματα των φορολογούμενων σε “ασφαλείς” δράσεις όπου θα επένδυαν, ούτως ή άλλως, ιδιώτες επενδυτές.
Τι γίνονται όμως όλες αυτές οι επιχειρήσεις που χρηματοδοτούνται; Σύμφωνα με τον κ. Χασόν, το Ισραήλ δεν είχε ποτέ ως στόχο μόνο την προσέλκυση ξένων ή εγχώριων κεφαλαίων venture capital και private equity προκειμένου να χρηματοδοτήσουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην αρχή τους. Είχε ως στόχο να δημιουργήσει ένα ολοκληρωμένο σχήμα, το οποίο περιλαμβάνει κρατική χρηματοδότηση, κεφάλαια ξένων επενδυτών καθώς και δανεισμό από το τραπεζικό σύστημα ώστε οι καινοτόμες επιχειρήσεις να έχουν επιλογές εντός Ισραήλ όταν επιτύχουν και μεγαλώσουν.
Μόλις λίγες ημέρες αργότερα, στις 19 Μαΐου, η ιταλίδα καθηγήτρια Οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Sussex και συγγραφέας του βιβλίου “Το επιχειρηματικό κράτος”, Μαριάνα Ματσουκάτο, προσκεκλημένη του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης, παρουσίασε την ελληνική έκδοση του βιβλίου της, με παρόμοιο θέμα.
Η κυρία Ματσουκάτο είναι υπέρμαχος της θεώρησης ότι το κράτος δεν θα πρέπει απλώς να παρεμβαίνει για να ρυθμίζει τις αγορές όποτε αποτυγχάνουν -και δεν το έκρυψε. Υποστηρίζει με ενθουσιασμό ότι το κράτος οφείλει να συμμετέχει ενεργά στην ανάπτυξη. Κατά την ομιλία της, ανέφερε πολλές φορές το παράδειγμα του Ισραήλ.
Η 47χρονη καθηγήτρια μίλησε για τις “τρεις μάχες που πρέπει να κερδίσει το κράτος και σχετίζονται με την ανάπτυξη: εκείνη της καινοτομίας, της βιωσιμότητας και της αντιμετώπισης της ανισότητας.
Δείτε την παρουσίαση της Μαριάνα Ματσουκάτο
Σχετικά με την καινοτομία, επέμεινε το κράτος πρέπει να επενδύει στην έρευνα και να βουτά βαθιά στην "κοιλάδα του θανάτου". Σχετικά, ανέφερε το παράδειγμα του iPhone, το οποίο χρησιμοποιεί 13 τεχνολογίες που αναπτύχτηκαν με κρατικά χρήματα -κυρίως με κεφάλαια του Αμερικανικού Στρατού (Προγράμματα DARPA, ARPA-E) και της NASA.
Σχετικά με τη βιωσιμότητα, θεωρεί ότι το κράτος πρέπει να κάνει τις επενδύσεις στην πράσινη ενέργεια (ως επενδύσεις υψηλού ρίσκου) και να τις παραδώσει σε ιδιωτικά κεφάλαια όταν αποδειχθεί ότι εκείνες μπορούν να αποδώσουν. Και για το θέμα της καταπολέμησης της ανισότητας μέσω της ανάπτυξης, να διαχωρίσει τη φορολογία που παρεμποδίζει την ανάπτυξη από εκείνη που δεν την επηρεάζει. Να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις του φορολογικού συστήματος, να συνδέσει τον δανεισμό με τα εισοδήματα, να προωθήσει τις κρατικές επενδυτικές τράπεζες, κ.α.
Πόσο εφικτό είναι να εφαρμοστούν όλες οι παραπάνω χρήσιμες ιδέες των δύο ομιλητών στην Ελλάδα του τρίτου Μνημονίου; Κανείς δεν μπορεί να πει ότι υπάρχει μια μαγική συνταγή που αν θα εφαρμοστεί θα φέρει την ανάπτυξη.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της συζήτησης με τον κ. Χασόν κάποιος ανέφερε την ελληνική κουλτούρα ως πρόβλημα. Πολλοί ασφαλώς συμφώνησαν ότι οι Έλληνες είναι εχθρικοί προς την επιχειρηματικότητα και αυτό δημιουργεί εμπόδια. Εκείνος απέφυγε να εκφράσει άποψη. Όμως, ως απάντηση σημείωσε τρία χαρακτηριστικά των Ισραηλινών που θεωρεί ότι βοήθησαν τη δημιουργία του "startup nation". Μίλησε για την ευθύτητα ("κανείς δεν μπορεί να μας κατηγορήσει ότι δεν λέμε αυτό που σκεφτόμαστε"), το θράσος ("όταν ένα παιδί βλέπει τον Μαρκ Ζούκερμπεργκ στο εξώφυλλο του Time είναι βέβαιο ότι μπορεί να γίνει σαν κι αυτόν") και τη ροπή προς το χάος ("κανένας Ισραηλινός δεν έχει τακτοποιημένο γραφείο").
Κανένα από τα τρία δεν ακούγεται ούτε ιδιαιτέρως πολιτικά ορθό, ούτε εξαιρετικά μακρινό από την ελληνική πραγματικότητα.